Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2008

Οι εμιγκρέδες του Χόλιγουντ



Της ΕΛΕΩΝΟΡΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΟΥ

Το 1951, ένας και μόνος καουμπόι, ο Γκάρι Κούπερ, τα έβαλε με μια ολόκληρη συμμορία για να σώσει την πόλη από τους παρανόμους.

Η ταινία ήταν «Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές» και υμνήθηκε ως το αριστούργημα του λεγόμενου αμερικανισμού, ένας φόρος τιμής στην ιστορία του έθνους, στο Ουέστ και την κλασική αμερικανική αξία της ατομικότητας. Ολα αυτά τα υπηρέτησε άψογα όχι ένας βέρος αμερικανός, αλλά ένας αυστριακός εμιγκρές, ο σκηνοθέτης Φρεντ Τσίνεμαν.

*Τις λαμπρές, ηρωικές μέρες υπηρέτησε με τον απαραίτητο κυνισμό του αντιήρωα της εποχής και ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στην «Καζαμπλάνκα». Ενας Αμερικανός αντιστέκεται στο φασισμό και παράλληλα ξαναζεί τον μεγάλο του έρωτα στην Καζαμπλάνκα, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες ενός ούγγρου μετανάστη, του Μάικλ Κέρτιζ, ο οποίος δεν μίλαγε καν αγγλικά.

*Η ιστορία επαναλαμβάνεται από τις αρχές του αιώνα, τότε που Γερμανοί όπως ο Λιούμπιτς και ο Μουρνάου, Σουηδοί όπως ο Σιόστρομ και Γάλλοι όπως ο Τουρνέ επιστρατεύθηκαν για να δώσουν στο Χόλιγουντ καλλιτεχνικό αέρα και προοπτική, χωρίς όμως να απομακρυνθούν από το κλασικό αφηγηματικό χολιγουντιανό σύστημα. Αλλοι τα κατάφεραν, άλλοι παρέμειναν ανυπότακτοι και γύρισαν πίσω στην πατρίδα τους.

*Το αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει με διαλείμματα έως και σήμερα: τα Οσκαρ των τελευταίων χρόνων το επιβεβαιώνουν. Μεξικανοί σαν το τρίο Κουαρόν, Ιναρίτου και Ντελ Τόρο, Βραζιλιάνοι όπως ο Βάλτερ Σάλες, Ταϊβανέζοι σαν τον Ανγκ Λι, αρκετοί Ευρωπαίοι, ακόμη και Ταϊλανδοί όπως ο Γοΐτς Καοσαγιανάντα, δανείζουν στο Χόλιγουντ τη μαγική ματιά τους παίρνοντας πίσω δόξα, αναγνώριση και πολλά δολάρια.

Ο εμιγκρές σκηνοθέτης του 21ου αιώνα δεν χρειάζεται καν την πράσινη κάρτα, για την οποία ούτως ή άλλως τον παρακαλούν. Ζει περίπου όπως ο αργεντινός Αλεχάντρο Αγκρέστι, στο Μπουένος Αϊρες και το Παρίσι, και επισκέπτεται τις ΗΠΑ για να γυρίσει για τη Γουόρνερ Μπρος ταινίες σαν το «The Lake House» με τη Σάντρα Μπούλοκ και τον Κιάνου Ριβς.

Η ιστορία της γιατρού που ξενοικιάζει το σπίτι της στη λίμνη και αφήνει μήνυμα στον επόμενο ενοικιαστή, ο οποίος όμως ζει σε άλλο χρόνο, είναι ριμέικ κορεάτικου φίλμ, γραμμένο από τον αργεντινό σκηνοθέτη, αλλά διαπιστωμένα αμερικανικό καθ' όλα!

*Το «Lake house» είναι μια μέτρια ταινία που απλώς έκοψε πολλά εισιτήρια. Ταινίες σαν αυτή έχουν κάνει και οι τρεις Μεξικάνοι που μας είπαν φέτος τις καλύτερες ιστορίες της χρονιάς, τη «Βαβέλ» ο Ιναρίτου, το «Λαβύρινθο του Πάνα» ο Ντελ Τόρο και το «Children of men» ο Κουαρόν. Ο οποίος με την ίδια ευκολία που έπλασε τη δωδεκάχρονη ηρωίδα του η οποία προαλείφεται για σωτήρας του κόσμου, υπηρέτησε και τον μικρό μάγο Χάρι Πότερ, σκηνοθετώντας την τρίτη ταινία της σειράς «Ο Χάρι Πότερ και ο αιχμάλωτος του Αζκαμπάν». Ο Κουαρόν έχει διαχωρίσει τα πράγματα, ιδρύοντας δύο εταιρείες. Η πρώτη κάνει αγγλόφωνες ταινίες για τη Γουόρνερ ενώ με τη δεύτερη γυρίζει ισπανικές ανεξάρτητες ταινίες.Το ίδιο έχει κάνει και ο Αγκρέστι! Ακόμη και ο Βερχόφεν του «Βασικού ενστίκτου», στην πατρίδα του, την Ολλανδία, κάνει ταινίες σαν το πολεμικό θρίλερ «Black Book».

*Το Χόλιγουντ είχε πάντα τον τρόπο του με τους ταλαντούχους ξένους, από την εποχή του Φριτζ Λανγκ έως τον Ανγκ Λι, του «Τίγρης και δράκος», ο οποίος με τα «Μυστικά του Brokeback mountain» έγινε ο πρώτος μη λευκός που κέρδισε Οσκαρ σκηνοθεσίας. Το αμερικανικό σινεμά δέχθηκε τους πρώτους (γερμανούς) μετανάστες αμέσως μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο μεγαλοπαραγωγός Λούις Μάγερ, μεταξύ των δύο πολέμων, όπως αναφέρει ο ιστορικός Ντάγκλας Κόμερι, πήγε στη Γερμανία και «αγόρασε» ό,τι είχε ταλέντο. Οι Γερμανοί έφεραν μαζί την υψηλή τεχνική τους: «Αρχισαν να μετακινούν τις κάμερές τους όσο πιο συχνά και πιο ελεύθερα μπορούσαν. Χτίστηκαν νέα ασανσέρ και χρησιμοποιήθηκαν γερανοί για να προσδίδουν στην κάμερα ελαστικότητα».

*Ο Ερνστ Λιούμπιτς, κινηματογραφική ιδιοφυΐα, χρησιμοποίησε όλες τις τεχνικές που έμαθε στη βερολινέζικη περίοδό του και έκανε σταρ τις Πόλα Νέγκρι και Μαίρη Πίκφορντ.

*Και ο συντοπίτης του Φρίντριχ Μουρνάου («Νοσφεράτου») κέρδισε το Οσκαρ ποιοτικής παραγωγής του 1927 για την ταινία «Sunrise», ένα Οσκαρ που δεν ξαναδόθηκε ποτέ. Χρήματα, όμως, δεν έφερε κι έτσι πέθανε το 1931 με τη στάμπα της αποτυχίας.

*Οσον αφορά τον Στέρνμπεργκ, που σκηνοθέτησε στη Γερμανία το «Γαλάζιο Αγγελο», η μεγαλύτερή του προσφορά στη νέα του πατρίδα ήταν η... πρωταγωνίστριά του Μάρλεν Ντίτριχ.

*Τα ίδια ισχύουν και για τον Σουηδό Μόριτζ Στίλερ, ο οποίος έφθασε στο Χόλιγουντ από τη Στοκχόλμη με την ανακάλυψή του, την Γκρέτα Γκάρμπο. Οι δρόμοι τους χώρισαν όταν η Γκάρμπο έγινε μεγάλη σταρ και ο Στίλερ πέθανε σύντομα, γεμίζοντας τη «θεία Γκρέτα» τύψεις.

*Στην Αμερική δεν τα κατάφερε ούτε ο Βίκτορ Σιόστρομ, ο οποίος, όμως, επέστρεψε το 1930 στην πατρίδα του όπου και έγινε διάσημος συγγραφέας. Στο κινηματογραφικό κοινό είναι ευρύτερα γνωστός λόγω της συμμετοχής του στην ταινία «Αγριες φράουλες» του Μπέργκμαν.

*Ο Εριχ φον Στροχάιμ ήλθε το 1921 από τη Βιέννη και απέτυχε επειδή παρέμεινε Γερμανός , όπως και ο Στέρνμπεργκ!

*Η άνοδος του Χίτλερ έφερε στο Χόλιγουντ και τον Φριτζ Λανγκ, που κατάφερε να κάνει δύο αριστουργήματα, τη «Νέμεσις» και το «Εχω δικαίωμα να ζήσω» με τον Χένρι Φόντα, αντάξια των γερμανικών ταινιών του.

*Την ίδια περίοδο το Χόλιγουντ έδιωξε τον άνθρωπο που άλλαξε για πάντα την κωμωδία, τον Βρετανό Τσάρλι Τσάπλιν, διότι εξέφρασε την αντίθεσή του στο φασισμό (στην εκτός Χόλιγουντ ταινία «Ο μεγάλος δικτάτωρ») στη μη εμπόλεμη, τότε, Αμερική. Το 1947 ο Σαρλό δήλωσε επισήμως «κηρύσσω τον πόλεμο στο Χόλιγουντ», εγκαταλείποντας μάλιστα οριστικά, το 1952, τις ΗΠΑ. Στις αρχές της καριέρας του, όμως, είχε ζήσει το αμερικανικό όνειρο, γυρίζοντας τον αριστουργηματικό «Χρυσοθήρα». Η περιοδεία του στην Ευρώπη για την ταινία «Τα φώτα της ράμπας» ήταν μόνο η αφορμή για να φύγει οριστικά. Είχε κουραστεί από τους μύδρους των πουριτανών εναντίον της προσωπικής του ζωής και των πολιτικών του θέσεων.

Ξένοι σκηνοθέτες με αμερικανικές προδιαγραφές

*Την ώρα που ο Τσάπλιν έφευγε πικραμένος από το Χόλιγουντ για να γυρίσει τον «Μεγάλο δικτάτορα», έφθανε στο Λος Αντζελες ένας συμπατριώτης του που επρόκειτο να ταυτιστεί με το αμερικανικό σινεμά και να του χαρίσει το ταλέντο και την ευφυΐα του: ο Αλφρεντ Χίτσκοκ γύρισε την πρώτη του αμερικανική ταινία, τη «Ρεβέκκα» με τους Τζόαν Φοντέιν και Λόρενς Ολίβιε, και ακολούθησαν αριστουργήματα όπως τα «Πουλιά», «Ψυχώ», «Βέρτικο», «Σιωπηλός μάρτυς» και πολλά άλλα.

*Η διάδοχος κατάσταση, κάπου εκεί στα 1970, γίνεται λιγότερο διεθνής. Η Αμερική δημιουργεί δικά της μεγάλα αστέρια, τα οποία όμως ομολογούν ότι ο Κουροσάβα, ο Μπέργκμαν, ο Φελίνι, ο Βισκόντι, ο Τριφό και όλοι οι υπόλοιποι μεγάλοι σκηνοθέτες του κόσμου υπήρξαν σιωπηλοί τους δάσκαλοι.

Ο Σπίλμπεργκ, ο Σκορσέζε, ο Λούκας, ο Κόπολα, ο Γούντι Αλεν, ο Ντε Πάλμα αγαπούν το ευρωπαϊκό σινεμά και καταφέρνουν χάρη στο ταλέντο και τη μοναδικότητά τους καταπληκτικές συναντήσεις των αμερικανικών και των μη αμερικανικών εικόνων.

*Παραλλήλως σκηνοθέτες σαν τον Πολωνό Ρομάν Πολάνσκι γυρίζουν στο Χόλιγουντ την «Τσαϊνατάουν», την καλύτερη ταινία που έγινε ποτέ για το Λος Αντζελες, ή μιλούν εκ βαθέων για την Αμερική του σήμερα, αν και είναι Βρετανοί, όπως αριστοτεχνικά το έκανε ο Σαμ Μέντες με το «American Beauty».

*Οι ξένοι εξακολουθούν να κατασκευάζουν και εμπορικές ταινίες: Ο Ρόλαντ Εμεριχ από τη Στουτγάρδη έκανε μια από τις πιο προπαγανδιστικές αμερικανικές ταινίες των τελευταίων ετών, το «Μέρα ανεξαρτησίας», κι ένας Κινέζος, ο Τζον Γου, γύρισε το «Επικίνδυνες αποστολές 2» με τον ηθοποιό-σύμβολο του Χόλιγουντ, τον Τομ Κρουζ. Κι ο Βερολινέζος Τομ Τίκβερ άφησε τη Λόλα του («Τρέξε Λόλα, τρέξε») στο Μόναχο και γύρισε με τον Ντάστιν Χόφμαν το πασίγνωστο «Αρωμα» του Πάτρικ Ζίσκιντ.

*Είναι, παρ' όλα αυτά, η αμερικανική κουλτούρα... αμερικανική; Ο Ρίτσαρντ Πελς, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τέξας, απαντάει: Ναι, αλλά όχι όσο νομίζουμε! Πριν από το Big Mac υπήρχαν τα fish and chips και πριν από την Ντίσνεϊλαντ οι κήποι του Τίβολι στην Κοπεγχάγη. Από αυτά εμπνευστήκαμε!


7 - 06/05/2007



Δεν υπάρχουν σχόλια: