Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2008

Η αλήθεια γυμνή



της Ελεωνόρας Ορφανίδου

Οταν η Τσιτσιολίνα το ευτέλιζε πολιτικοποιώντας το, ο Πίτερ Κατανέο το πολιτικοποιούσε ανυψώνοντάς το! Ετσι κι αλλιώς, πολύ πριν απ' αυτούς, το στριπτίζ είχε περάσει στα δημόσια θεάματα. Τελικά, ακόμη και στο γδύσιμο, έχει σημασία πώς θα «κοιτάξεις».


Το πέταγμα του γαντιού της Τζίλντα και το στριπτίζ του παχουλού στρίπερ στο «Ανδρες έτοιμοι για όλα» είπαν στο σινεμά πολύ περισσότερα πράγματα για τη ζωή από αρκετές περισπούδαστες πολιτικές και κοινωνικές αναλύσεις ειδικών. Το γυμνό πουλάει, λέει μια ρήση της σειράς, αλλά στο σινεμά και αλλού πολύ συχνά χαρίζει: από απόλαυση στα μάτια έως αφύπνιση στην ψυχή.

Ο Σταμάτης Φασουλής το κατάλαβε κι έκανε την ταινία παράσταση, όπως οι συνάδελφοί του στο Γουέστ Εντ του Λονδίνου. Και κάποιοι σημαντικοί κινηματογραφιστές, παλιοί και νέοι, χρησιμοποίησαν το στριπτίζ ακόμη και όταν οι κώδικες λογοκρισίας το απαγόρευαν, όχι μόνο προς τέρψιν των οφθαλμών του κοινού, αλλά κόντρα σε αυτούς, έχοντας κάτι να πουν.

Πρώτη απόπειρα καταγραφής του στριπτίζ στο σελιλόιντ, το 1906. Μόλις δύο λεπτά κρατάει το στριπτίζ βερολινέζας καλλιτέχνιδας στην γερμανική ταινία «Μετά την ιππασία» (Nach Der Reitubung). Ενενήντα ένα χρόνια μετά, ο Πίτερ Κατανέο βάζει τον Ρόμπερτ Καρλάιρ και τους φίλους του να καταγγείλουν την αντιεργατική πολιτική της Θάτσερ, πετώντας και το τελευταίο τους εσώρουχο σε ένα κοινό που τους αποθεώνει, όχι για τα ούτως ή άλλως ατσούμπαλα κορμιά τους, αλλά για να συμφωνήσει με το πολιτικό μήνυμα «η Βρετανία έγδυσε τα παιδιά της», αλλά και με το αισιόδοξο μήνυμα «ακόμη και γυμνοί είμαστε εδώ, στη σκηνή, και πολεμάμε».

Μ' έναν άλλο τρόπο, προκαλώντας ανατριχίλα στο κοινό, ο Μπομπ Φόσι γδύνει, το 1972, τον κομπέρ του «Καμπαρέ» του, ντυμένο από πριν με γυναικεία ρούχα και χιτλερικό καπέλο, άφυλο και διεστραμμένο, να προαναγγέλει τον κόσμο που φέρνει ο Φίρερ, καθ' εικόνα και ομοίωση! Μόνος στη σκηνή, ο κομπέρ βγάζει το σουτιέν και την ξανθιά περούκα και γελάει σατανικά στο κοινό που παγώνει από την ασχήμια. Η ομορφιά της ντίβας Σάλι Μπόουλς (Λάιζα Μινέλι) περνάει απλώς σε δεύτερο πλάνο, η δημοκρατία της Βαϊμάρης καταλύεται επί σκηνής, στο Kit Kat Klub.

Οπως επί σκηνής σπάει, χωρίς να ειπωθεί καμία κουβέντα, μόνο με το βγάλσιμο ενός γαντιού, το 1946, ο κώδικας Χέις, ο δρακόντειος νόμος λογοκρισίας τον Ηνωμένων Πολιτειών που χάρισε, εν αγνοία του, στο σινεμά τη μαγεία του υπαινικτικού. Το γάντι ανήκε στην Ρίτα Χέιγουορθ και η ταινία στον Τσαρλς Βίντορ. Η Τζίλντα έκανε στριπτίζ, βγάζοντας... τίποτα, επειδή ο κώδικας Χέις ό,τι φαινόταν πάνω από τα γόνατα και κάτω από το λαιμό το θεωρούσε επικίνδυνο για τα ήθη του έθνους. Ομως, η Χέιγουορθ είχε προσφέρει στη νομιμότητα, ως πιν απ γκερλ του αμερικανικού στρατού. Ακόμη λέγεται ότι μια μεγάλη μάχη με τους Ιάπωνες κερδήθηκε με σημαία τη Ρίτα και όχι με την αστερόεσσα. Το '46 ήταν η ώρα να ρίξει το γάντι και το έκανε.

Το αυτό επιχείρησε, το '94, ο Ατόμ Εγκογιάν, με το «Exotica». Κοίταξε τους μοναχικούς, αλλοπρόσαλλους ανθρώπους της νύχτας που σωρεύονταν γύρω από τις στρίπερ του ομότιτλου κλαμπ, αντιστρέφοντας τους ρόλους. Στρίπερ και θαμώνες βγάζουν όλοι τα ενδύματα της ψυχής και αναμετρώνται σε πάθη, ομορφιά και αδυναμίες, είτε γδύνονται, είτε γδύνουν!

Λιγότερο βάθος αλλά πολύ κινηματογραφική ουσία έβαλε στο δικό του στριπτίζ ο Μπράιαν Ντε Πάλμα, το '84. Φλερτάροντας με τον Χίτσκοκ, έβαλε τη Μέλανι Γκρίφιθ να κάνει στριπτίζ στο «Διχασμένο κορμί» και στήριξε όλη τη δράση της ταινίας του στο γυμνό γυναικείο σώμα που είδε ο πρωταγωνιστής του από το απέναντι διαμέρισμα. Δεκαοκτώ χρόνια μετά, επανήλθε στο «Femme Fatale», που προβάλλεται αυτή την εποχή στις αίθουσες, με την κυρία Ρ.Ρ.Στάμος, Ελληνοαμερικανίδα λόγω συζύγου, να γδύνεται μπροστά στην κάμερα, αφού προηγουμένως τα «τσούζει» για να πάρει θάρρος, όπως η ίδια είπε. Το στριπτίζ, εδώ, γίνεται απόλαυση, αγγίζει άλλα πεδία και θυμίζει το αντίστοιχο γδύσιμο της Τζέιμι Λι Κέρτις στο «Αληθινά ψέματα». Ο Κάμερον, γνωρίζοντας ότι όφειλε να μας διασκεδάσει, έγδυσε το ωραιότερο κορμί του Χόλιγουντ, προκαλώντας παράκρουση και στους θεατές και στον κινηματογραφικό σύζυγο Αρνολντ Σβαρτζενέγκερ.

Η Κέρτις δεν έκανε επανάσταση, όπως έκανε στο παρελθόν η Μπριζίτ Μπαρντό που έσπαγε τους φραγμούς της δεκαετίας του '50, απλώς και μόνο επειδή το κορμί της κραύγαζε από μόνο του «αφήστε τις συμβάσεις και επιστρέψτε στη φύση». Εδωσε, όμως, σειρά σε άλλες επώνυμες να βγάλουν τα ρούχα τους μετά μουσικής. Ετσι, η Ντέμι Μουρ έκανε το πιο ακριβό στριπτίζ από καταβολής επαγγέλματος, αλλά και την πιο κακή ταινία της («Striptease»).

Μια διάδοχος κατάσταση, που ακούει στο όνομα Ελίζαμπεθ Μπέρκλεϊ και μια ταινία που ακούει στον τίτλο «Showgirls», ήταν οι μεγάλες αποτυχίες του Πολ Βερχόφεν, διότι δεν φτάνει ούτε ένα κορμί, ούτε ένας σκηνοθέτης, ούτε ένα ηθικοπλαστικό μήνυμα για να κάνουν το στριπτίζ ταινία. Χρειάζεται και κάτι άλλο, αυτό που είχαν οι «9 1/2 εβδομάδες» του Αντριαν Λιν και έγιναν η απόλυτη ερωτική ταινία της δεκαετίας τού '80. Φταίγαν τα σταφύλια; Το καπέλο; Η Κιμ Μπάσινγκερ; Η αγνή ματιά του θεατή ή η φωνή του Τζο Κόκερ; Είχε αυτή η ταινία κάτι να πει; Μάλλον τα ευκόλως εννοούμενα! Που τα' παν κι άλλες, σημαντικές και ασήμαντες ταινίες , όπως δεν μπόρεσε ποτέ να τα πει το δήθεν political corpus μιας κάποιας Τσιτσιολίνας!
7 - 20/10/2002

Δεν υπάρχουν σχόλια: