Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008

Κατ' εικόνα και ομοίωση





της Ελεωνόρας Ορφανίδου

Στο Σάσεξ το 1941 η Βιρτζίνια Γουλφ γεμίζει τις τσέπες της πέτρες και βουτάει στα νερά του ποταμού.

Εξήντα ένα χρόνια μετά, στην ίδια πόλη, ο σκηνοθέτης Στίβεν Ντάλντρι εμπνέεται από την βραβευμένη με Πούλιτζερ νουβέλα του Μάικλ Κάνιγκχαμ και κάνει ταινία τη ζωή αλλά και το δρόμο προς το μεγάλο φινάλε τριών γυναικών, μεταξύ αυτών και της διάσημης βρετανίδας συγγραφέως. Τίτλος, «The hours».

Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ και τις αλήθειες της;

*Ο Ντάλντρι άλλες τις φοβήθηκε άλλες όχι, πάντως έπλασε μια από τις πιο πιστές , κατ' όψιν, ηρωίδες του σινεμά, γνωρίζοντας ίσως ότι κατ' ουσίαν αυτή η Βιρτζίνια ποτέ δεν ήταν έυκολο να περιγραφεί ούτε στο σινεμά ούτε πουθενά αλλού. Το δύσκολο έργο έφερε εις πέρας η Νικόλ Κίντμαν, κι αν δεν τη γνωρίσαμε στις πρώτες σκηνές της ταινίας ή στις διαφημιστικές φωτογραφίες, δεν φταίγαμε εμείς αλλά οι make up artists της παραγωγής, κυρίως δε αυτοί που τοποθέτησαν εκείνο το «λάτεξ» μετατρέποντας την πιο ωραία μύτη του Χόλιγουντ σε μια συνηθισμένη μύτη του κοινού κόσμου. Πολύωρο και κουραστικό το μακιγιάζ για την πρώην κυρία Κρουζ, αλλά ανταμείφθηκε με το εισιτήριο των υποψηφιοτήτων για όλα τα μεγάλα βραβεία της χρονιάς, χώρια η καλλιτεχνική επιτυχία της ταινίας.

Στο Χόλιγουντ αλλά και αλλού εκτιμώνται πολύ τέτοιου είδους αλλαγές χάριν της πιστότητας και πολλές φορές ηθοποιοί που μεταμορφώθηκαν για να υποδυθούν ιστορικά πρόσωπα, έφθασαν κοντά στα Οσκαρ ή πήραν ένα μαζί τους φεύγοντας από την τελετή απονομής. Πολλά τα ευεργετήματα, μεγάλη η πρόκληση και ηθοποιοί του διαμετρήματος του Αντονι Χόπκινς, της Βίρνα Λίζι, του Ζεράρ Ντεπαρτιέ, του Ρόμπερτ Ντε Νίρο δεν δίστασαν να υποστούν την «εξαφάνισή» τους προκειμένου να γίνουν κάποιοι άλλοι.

*Ενα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν το «Νίξον» του Ολιβερ Στόουν. Μπορεί η ταινία να αμφισβητήθηκε όσο λίγες για τις αλήθειες και τα ψέματά της, ωστόσο ουδείς μπορεί να πει ότι ο Αντονι Χόπκινς δεν ήταν φτυστός ο πρόεδρος του «βρόμικου πολέμου» και του Γουότεργκεϊτ. Δεν ήταν μόνο το μακιγιάζ, τα ποστίζ και οι προσθήκες στο πρόσωπο, ήταν το βλέμμα , οι κινήσεις, ο Χόπκινς είχε αφομοιώσει ό,τι οπτικό υλικό υπήρχε από τον Νίξον και μιμούνταν ακόμη και τον τρόπο που έκλινε το κεφάλι προς τα μπρος όταν έφερνε το χέρι στο πιγούνι του.

*Εξίσου πειστικός εμφανίστηκε το 1980 ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ως ο πυγμάχος Τζέικ Λα Μότα, στο «Οργισμένο είδωλο» του Μάρτιν Σκορσέζε.

Αυτή τη φορά η μεταμόρφωση δεν ήταν στο πρόσωπο αλλά στο σώμα, αφού για να μοιάζει στον ήρωα που υποδυόταν, ο διάσημος ηθοποιός πήρε 30 κιλά, έμαθε μποξ, ιδιαίτερα δε το στιλ που έπαιζε ο Λα Μότα, και πέρασε μήνες προεργασίας για να μπορεί να μιλά και να κινείται όπως ο πρωταθλητής- θρύλος των μεσαίων βαρών.

*Το 1992, οι σινεφίλ συγκινούνται αλλά δεν χειροκροτούν το «Τσάπλιν» του σερ Ρίτσαρντ Ατένμπορο. Τις εντυπώσεις κλέβει ένας νέος σχετικά ηθοποιός, ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, ο οποίος υποδύεται εκπληκτικά τον Τσάρλι Τσάπλιν, τόσο ως κινηματογραφικό Σαρλό, όσο και χωρίς τα παγκοσμίως γνωστά, ως σήμα κατατεθέν του, καπέλο και μπαστούνι. Η ομοιότητα που επιτυγχάνεται, εκπληκτική. Δε βοηθούσε μόνο το πρόσωπο του πρωταγωνιστή αλλά και το πολύωρο μακιγιάζ, καθώς και η ικανότητά του να αφομοιώσει ακόμη και τον τρόπο που ο πραγματικός Τσάπλιν σήκωνε τα φρύδια του.

Ο κύριος Ντάουνι Τζούνιορ έφθασε πολύ κοντά στο Οσκαρ, δεν το πήρε και μετά τον έφαγαν κατά τις κακές γλώσσες η νύχτα και τα παρελκόμενά της, ωστόσο ακόμη καρπώνεται αυτή τη μεταμόρφωση, αναγνωρισμένος ως εξαιρετικά ταλαντούχος ηθοποιός.

*Ο Ρίτσαρντ Ατένμπορο έδωσε μια ευκαιρία και ένα Οσκαρ, ακριβώς δέκα χρόνια πριν, σε άλλον έναν πρωτοεμφανιζόμενο, τότε, ηθοποιό. Ηταν ο Μπεν Κίνγκσλεϊ και το «Γκάντι». Ο Κίνγκσλεϊ έφερνε του Γκάντι, αλλά κάτι το ξυρισμένο κρανίο, κάτι το μακιγιάζ, τον έκανε πραγματικό Ινδό και πήρε μια ερμηνεία που δεν μοιάζει -κατά τους κριτικούς- με ερμηνεία. Στο «Γκάντι», είπαν, ο Κίνγκσλεϊ ήταν σίγουρος πως ήταν ο Γκάντι.

*Κι αν εδώ η μεταμφίεση δεν ήταν τρανταχτή, τι να πει κανείς για τη βασίλισσα Μαργκό του Πατρίς Σερό;

Σε δεύτερο ρόλο η πανέμορφη παρά τα χρόνια της Βίρνα Λίζι, όχι απλώς δεν μοιάζει με την ωραία ντίβα που συγκρίνει με την καλή του στο «Εχω μια αρραβωνιάρα...» ο Βοσκόπουλος, αλλά είναι ολόφτυστη η έκφυλη και αιμοσταγής Αικατερίνη των Μεδίκων με μια φαλάκρα μισό χιλιόμετρο, όση ακριβώς της αποδίδουν και οι πίνακές της!

*Την ίδια πηγή έμπνευσης είχε το 1998, για μια άλλη βασίλισσα, ο ινδικής καταγωγής Σεχάρ Καπούρ που γύρισε την «Ελισάβετ». Εως τη μέση της ταινίας, όλα καλά, η βασίλισσα Ελισάβετ έχει το πρόσωπο της Κέιτ Μπλάνσετ. Με το που μεγαλώνει όμως η βασίλισσα και αποφασίζει να «παντρευτεί την Αγγλία», μετατρέπεται σε ένα πλάσμα σχεδόν εξωκοσμικό, αλευρωμένο από την πούδρα, απροσδιόριστης ηλικίας και φύλου.

Η Κέιτ Μπλάνσετ βαφόταν σε κάθε γύρισμα αυτών των σκηνών επί εξάωρο και κάθε διόρθωση στις περούκες και στο μακιγιάζ, κατά τη λήψη, έφερνε ζάλη στο συνεργείο.

*Αντίστοιχη... χαρά έπαιρναν και οι τεχνικοί του συνεργείου τού «Σιρανό Ντε Μπερζεράκ», διότι ο Ζαν Πολ Ραπενό αποφάσισε ότι η μυτόγκα του Ζεράρ Ντεπαρτιέ δεν είχε το μέγεθος αυτής του συγγραφέα που έγραψε τον 17ου αιώνα κωμειδύλλια και φανταστικές ιστορίες και ενέπνευσε τον Εντμόν Ροστάν. Ετσι προστέθηκε η σωστή μύτη, αλλά το μέγεθος ήταν κόντρα στους νόμους της βαρύτητας. Και κάθε τόσο χρειαζόταν πρόσθεση και μακιγιάζ από την αρχή, για να μοιάσει κατά το δυνατόν ο Ντεπαρτιέ με την γκραβούρα του πραγματικού Σιρανό.

*Θαύματα δεν έγιναν, εν αντιθέσει με αυτό που συνέβη στην ταινία «Νόρμαν Τζιν και Μέριλιν» του 1996, όπου η Μάιρα Σορβίνο καταφέρνει και να μοιάσει αρκετά στη Μέριλιν Μονρό και να μπει στο πετσί της.

*Ανάλογη επιτυχία σε μια μέτρια ταινία είχε ο Ρόμπερτ Ντιβάλ, ο οποίος, με πολύ μακιγιάζ μουστάκι και στολή, κατάφερε να γίνει Στάλιν στην ομώνυμη ταινία του Πασέρ το 1992, παρά το γεγονός ότι η φυσική του κατατομή δεν τον βοηθούσε.

*Αντιθέτως, δεν δυσκολεύτηκε πολύ να μοιάσει στην εικόνα που έχουμε για την Κλεοπάτρα της Αιγύπτου, το 1963, η Λιζ Τέιλορ. Η περούκα και οι μαύρες γραμμές γύρω από τα μάτια δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε πρόβλημα σε μια ταινία για τον σκηνοθέτη Τζον Μάνκιεβιτς, και φυσικά η πανέμορφη Λιζ δεν έγινε αγνώριστη. Κι όμως, το φιλμ κατέληξε στον χολιγουντιανό κάλαθο ως η μεγαλύτερη αποτυχία όλων των εποχών. Το πρόβλημα με την Τέιλορ ήταν μάλλον ότι κοίταζε το φακό με το ναρκισσισμό της Λιζ, ενώ ο Ντε Νίρο χτυπούσε τους αντιπάλους με το δεξί ντιρέκτ του Τζέικ...
7 - 23/03/2003

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αξιοπρόσεκτο για μια γυναίκα να ξέρει το όντως ιδιόμορφο δεξί ντιρέκτ του Λα Μότα. Χάλασε ο κόσμος. Με την καλή έννοια...

Ανώνυμος είπε...

Πολλές φορές μια καλή μεταμφίεση χαρίζει ένα Όσκαρ, ακόμη κι όταν η ερμηνεία είναι απλώς μέτρια.