Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Φεντερίκο Φελίνι"Η ζωή δεν κάνει ποτέ λάθος"


της Ελεωνόρας Ορφανίδου


«Για τις ρετροσπεκτίβες και τις τιμές, έχω μια αίσθηση υπευθυνότητας και ευγνωμοσύνης, που ελπίζω ότι θα με βοηθήσουν να ανταποδώσω με την παρουσία μου στην τελετή. Αλλά είναι η ίδια η τελετή, το βραβείο, η γιορταστική ατμόσφαιρα που σε βάζει στο κέντρο της προσοχής, σαν κάποιον που αποτελεί παράδειγμα, που με κάνει να περνώ στο άλλο άκρο... Φοβάμαι να με θεωρούν μνημείο. Ενα μνημείο είναι βαρύ, δεν κινείται και στο κεφάλι του κάθονται περιστέρια». Φ. Φ.



Ο Φελίνι με τον Μαστρογιάνι.

Ο Φεντερίκο Φελίνι δεν θα ανταποδώσει φυσικά με την παρουσία του την τιμή που του κάνουν φέτος οι Κάνες -από τις 31 Οκτωβρίου του 1993 κατοικεί στη χώρα των αγγέλων. Ωστόσο, θα είναι εκεί για παλιούς και νέους κινηματογραφόφιλους, με τα αφιερώματα και τις ταινίες του, όχι ως μνημείο, όπως φοβόταν, αλλά ως ζωντανό, ολοζώντανο σινεμά, κοιτώντας με το βλέμμα της Τζουλιέτα Μασίνα στην τελευταία σκηνή τού «Νύχτες της Καμπίρια» απευθείας τον θεατή, παραβιάζοντας άλλη μια φορά τον κινηματογραφικό κανόνα που απαγορεύει το κοίταγμα της κάμερας. Πολλά θα ειπωθούν από ανώνυμους και επώνυμους για το σινεμά και την προσωπικότητά του, πολλά ειπώθηκαν χρόνια πριν από τον ίδιο και από άλλους για τη μαγική ματιά του, χάρη στην οποία το όνομά του -πρώτη φορά στον κινηματογράφο- προτάχθηκε των τίτλων των έργων του. Fellini Roma, Fellini Satyrikon. Ας δούμε πρώτα τι είχε πει ο ίδιος:

Για τις αυτοβιογραφικές του ταινίες «Δεν είναι η δική μου μνήμη που κυριαρχεί στις ταινίες μου. Εχω επινοήσει σχεδόν τα πάντα: παιδική ηλικία, προσωπικότητα, όνειρα, αναμνήσεις, για την απόλαυση του να μπορώ να τις αφηγηθώ. Με την έννοια της πραγματικής βιογραφίας, στις ταινίες μου δεν υπάρχει τίποτα».

Οι γυναίκες

«Μια γυναίκα είναι ένας καθρέφτης, ένας δέκτης των προβολών μας, μια μορφή που χρησιμοποιούμε για να κατανοήσουμε τους εαυτούς μας, η αίσθηση μιας σχέσης, ο Αλλος. Η Μούσα είναι γυναίκα. Στις ταινίες μου η γυναίκα εμφανίζεται σαν γίγαντας απέναντι στη δειλία και στην αλαζονεία του άνδρα με τη γελοία και μόνιμα παιδιάστικη συμπεριφορά».

Για τα βραβεία Οσκαρ

«Το Οσκαρ είναι η ανώτατη διάκριση στη μυθολογία του κινηματογράφου».

Για το σινεμά

«Μπορώ και μ' αρέσει να παίζω μ' αυτό το παιχνίδι που λέγεται κινηματογράφος. Θα μου άρεσε να κάνω σινεμά το 1920, να είμαι είκοσι ετών την εποχή των πιονέρων, όταν όλα έπρεπε να ανακαλυφθούν. Οταν άρχισα εγώ, το σινεμά ήταν ήδη ένα γεγονός αρχαιολογικό, είχε ήδη την ιστορία του, τις σχολές του. Αντίθετα, στις αρχές, ήταν ένα πανηγύρι, ένα θέαμα της πλατείας και το νιώθω πάντα κάπως έτσι: μια εκδρομή στην εξοχή με φίλους, διασκέδαση στο τσίρκο, ένα ταξίδι για την εξερεύνηση και την κατάκτηση ενός στόχου. Ο κινηματογράφος διηγείται τους κόσμους του, τις ιστορίες του, τους ήρωές του με εικόνες. Η έκφρασή του είναι εικαστική όπως εκείνη των ονείρων. Δεν σε γοητεύει, δεν σε τρομοκρατεί, δεν σε συνεπαίρνει, δεν σε αγχώνει, δεν σε τρέφει το όνειρο με εικόνες;».

Το σενάριο

«Είναι η στιγμή που η ταινία πλησιάζει και ταυτόχρονα απομακρύνεται. Το σενάριο παίζει το ρόλο του ντετέκτιβ γι' αυτό που η ταινία θα είναι ή θα μπορούσε να είναι. Είναι μια απόπειρα να ανακαλύψεις με ποιον τρόπο μπορεί να υλοποιηθεί».

Η ταινία

«Αρχικά μια ταινία είναι μια υποψία, μια υπόθεση αφήγησης, σκιές ιδεών, ακαθόριστα συναισθήματα. Και όμως σ' εκείνο το πρώτο ανεπαίσθητο άγγιγμα, η ταινία μοιάζει να είναι ήδη ο εαυτός της, ολοκληρωμένη, ζωτική, τελείως αγνή. Ο πειρασμός να την αφήσεις έτσι, σ' αυτή την άσπιλη διάσταση, είναι πολύ μεγάλος: όλα θα ήταν πιο απλά, ίσως και πιο σωστά. Φοβάμαι το σενάριο. Μισητά απαραίτητο. Εχω ανάγκη από ένα σενάριο ελαστικό, κάπως αόριστο και ταυτόχρονα ακριβές, εκεί όπου οι ιδέες είναι οριστικά ξεκάθαρες».

Το βουβό φιλμ

«Εχει μια δικιά του μυστηριώδη ομορφιά, μια ισχυρή γοητεία ανάκλησης, που το καθιστά πιο αληθινό από το ομιλών, γιατί είναι πιο κοντά στις εικόνες του ονείρου, οι οποίες είναι πάντα πιο ζωντανές και πραγματικές απ' ό,τι βλέπουμε και αγγίζουμε».

Για τη σχέση του με τις ταινίες

«Με τον κινηματογράφο έχω μια σχέση ψυχολογικής παρανομίας, μια σχέση αμοιβαίας δυσπιστίας και ανυποληψίας. Κάνω μια ταινία σαν να τρέπομαι σε φυγή, σαν να πρόκειται για μια αρρώστια που πρέπει να περάσω. Ξεγελιέμαι νομίζοντας ότι η υγεία μου θα αποκατασταθεί μόλις απομακρυνθώ από την ταινία. Σώος και ασφαλής μετά ξαναψάχνω την αρρώστια με μια διαφορετική, καινούρια ταινία που θα γεννήσει μέσα μου την ανάγκη μιας νέας ανάρρωσης».

Για την τηλεόραση

«Με την τηλεόραση δεν τα βάζεις , γιατί είναι σαν να προσπαθείς να αγνοήσεις το νόμο της βαρύτητας».

Φάτσες

«Ο καθένας έχει τη φάτσα που του αξίζει, δεν μπορεί να έχει άλλη και όλες οι φάτσες είναι σωστές γιατί η ζωή ποτέ δεν κάνει λάθος».

Για τον κόσμο

«Δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα τεράστιο τσίρκο. Νιώθω πραγματικά ανίκανος να τα βγάλω πέρα μ' αυτό που λένε μια φυσιολογική ζωή».

Κινηματογραφικά χαμόγελα

«Μπορεί να έχω γράψει στο σενάριο ότι ένα χαμόγελο πρέπει να είναι σκληρό: κόβοντας από δω και από κει, ανακαλύπτω ότι εκείνο το χαμόγελο από σκληρό πρέπει να γίνει μαλακό. Το γεγονός είναι ότι ψάχνοντας πρόσωπα, σώματα, χειρονομίες ανάμεσα σε άτομα άγνωστα, η ταινία αρχίζει να υπάρχει, όπως δεν υπήρχε ποτέ έως εκείνη τη στιγμή».

Οι ηθοποιοί

«Δεν επέλεξα ποτέ έναν ηθοποιό με βάση την επαγγελματική του ικανότητα και πείρα. Αναζητώ πάντα εκφραστικές φάτσες, χαρακτηριστικές, που να λένε τα πάντα για τον εαυτό τους μόλις εμφανίζονται στην οθόνη».

Οι κομπάρσοι

«Οι κομπάρσοι είναι πολύτιμοι συνεργάτες στις ταινίες μου και με ακολουθούν πάντα. Είναι το κατ' εξοχήν ανθρώπινο υλικό μου. Πειθήνιο, σεμνό, θαυμαστά διαθέσιμο για οποιαδήποτε παραλλαγή της φαντασίας. Εδώ χρώμα, εκεί σιλουέτα, πιο εκεί πρίγκιπας, παραπέρα ζητιάνος, μετά πρωθυπουργός και ύστερα κουρελής».

Ο Νίνο Ρότα και η μουσική

«Με τον Νίνο μπορώ να περάσω μέρες ολόκληρες ακούγοντάς τον στο πιάνο να προσπαθεί να συλλάβει ένα μοτίβο. Ομως έξω από τη δουλειά μου προτιμώ να μην ακούω μουσική, με δεσμεύει, με ταράζει, νιώθω πως κατέχομαι απ' αυτήν και τότε αμύνομαι με την άρνηση, το σκάω όπως ένας κλέφτης».

Για τον Μπέργκμαν και τον Ντράγερ

«Θαυμάζω τον Μπέργκμαν και τον Ντράγερ, καλλιτέχνες που κατάφεραν να με κάνουν να πιστέψω, να γεννήσουν μέσα μου συναισθήματα. Ομως δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορεί να αισθάνεται κανείς προστατευμένος από τόσο αυστηρές ιδέες, χωρίς να υπόκειται σε μια πίεση που να απειλεί την ίδια τη ζωτικότητα και τη δημιουργικότητά του».




7 - 18/05/2003

Δεν υπάρχουν σχόλια: